Τιμή στις Μακρονησιώτισσες και τους Μακρονησιώτες

Από την άλλη άκρη της Ελλάδας…

37253368Στις 20 του Σεπτέμβρη (2013), τέσσερα γεμάτα πούλμαν ξεκίνησαν από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό την Αθήνα.

Πρώτη στάση, αυθημερόν, το Μουσείο της Μακρονήσου, στην οδό Αγίων Ασωμάτων 31, στο Θησείο.

Δεύτερη στάση, την επόμενη μέρα (21/9), το Λαύριο.

Η ολοκλήρωση του προσκυνήματος των 200 περίπου γυναικών και ανδρών που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των Συλλόγων της ΟΓΕ από τη Θεσσαλονίκη και τη Δυτική Μακεδονία, με το πέρασμα στον τελικό τους προορισμό, τη Μακρόνησο, δε στάθηκε δυνατή λόγω καιρού. Η λίγο-πολύ αναμενόμενη «αναποδιά», μια και στην περιοχή συχνά πνέουν άνεμοι πολλών μποφόρ, δεν εμπόδισε την πραγματοποίηση μιας σεμνής και γεμάτης συγκίνησης εκδήλωσης τιμής, λίγα μόνο μέτρα μακριά από τη «Μάνα του Μακρονησιώτη» (άγαλμα-μνημείο για τις αγωνίστριες και τους αγωνιστές που κρατήθηκαν και μαρτύρησαν στη Μακρόνησο από το 1947 ως το 1958).

Η εκδήλωση περιλάμβανε χαιρετισμό από το Προεδρείο της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας, κεντρική ομιλία από την Ηλέκτρα Ραϊζη (μέλος του Δ.Σ. της ΟΓΕ) και θεατρική απόδοση κειμένων και ποιημάτων από τις συναγωνίστριες των Συλλόγων της Θεσσαλονίκης. Με πολύ μεράκι, οι γυναίκες που συμμετείχαν στα δρώμενα μετέδωσαν σε όλους τους παρευρισκόμενους το πραγματικό νόημα της αντίστασης και της θυσίας των Μακρονησιωτών (αντρών και γυναικών), μεταφέροντας στο τώρα λίγη από την περηφάνια και την παλικαριά που έχουν ανάγκη οι σημερινοί αγωνιστές και αγωνίστριες για ν’ ανταποκριθούν με σθένος στις σύγχρονές τους προκλήσεις.

Λίγο προτού πάρουν το δρόμο της επιστροφής, οι Σύλλογοι της Θεσσαλονίκης απέτισαν φόρο τιμής, καταθέτοντας στεφάνια στο άγαλμα της μάνας   (της κόρης, της αδελφής, της γυναίκας, της αρραβωνιαστικιάς) που ατενίζει το νησί του μαρτυρίου, αλλά και της αιώνιας περηφάνιας του αλύγιστου ΑΝΘΡΩΠΟΥ.

Χαιρετισμός από το Προεδρείο της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας

picture252520077

Το Γενάρη του 1950 μεταφέρθηκαν στη Μακρόνησο από το Τρίκκερι 1200 περίπου γυναίκες πολιτικές εξόριστες.

Καλωσορίσατε. Σα φύλλα από βιολέτες

τα λόγια αυτά από τα τραγούδια μου μαδώ,

καθώς ο μπάτης το μαντήλι μου φουσκώνει.

Πάω να σας δείξω ουρανό –και δείχνω σκόνη.

Δεν έχουμε άλλο τίποτα εδώ.

Με αυτούς τους στίχους από το ποίημά του «Έρχονται οι γυναίκες στη Μακρόνησο» υποδέχεται ο Μενέλαος Λουντέμης τις αντάρτισσες και τις ανταρτομάνες, τις περήφανες γυναίκες, τις κόρες, τις αδελφές των αγωνιστών-τιτάνων που στη θωριά τους ακόμα και ο θάνατος υποκλίθηκε…

Έμπαιναν αλύγιστες στο κολαστήριο εκείνο οι νεοφερμένες γυναίκες, σαν ηρωίδες αρχαίας τραγωδίας, όχι όμως προσμένοντας τη λύση και την κάθαρση στην ύβρη των σύγχρονών τους καιρών από κάποιον από μηχανής θεό, αλλά εναποθέτοντάς τις στη δική τους θέληση, στη δική τους στάση και μόνο.

Οι γυναίκες αυτές «πέρασαν πολύν καιρό στο Μακρονήσι», και κοιμήθηκαν «μάγουλο με μάγουλο με το θάνατο», επειδή αγαπούσαν όπως εμείς τη λευτεριά και την ειρήνη. Ήταν γυναίκες αλλιώτικες από κείνες που είχε συνηθίσει μέχρι τότε ο κόσμος. Γυναίκες που έβλεπαν τους προδότες του λαού να ζούνε και να δολοφονούν, κι ωστόσο ήταν περήφανες που είχαν γιους νεκρούς πατριώτες παρά ζωντανούς προδότες. Έδωσαν στα βάσανα και στο θάνατό τους τέτοιο περιεχόμενο ώστε να έχει η δική μας ζωή ένα βαθύτερο σκοπό. Πρόσφεραν στις επόμενες γενιές τη δυνατότητα να συνεχίσουνε τον αγώνα. Κι έγιναν οι γυναίκες που, κερδίζοντας την ισοτιμία τους στο θάνατο, παρέδωσαν σ’ εμάς τη σκυτάλη για να την κερδίσουμε στη ζωή.

Η Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας, σαν ελάχιστο φόρο τιμής στις πρωτοπόρες αυτές αγωνίστριες, θα συνεχίσει την πάλη της για την ισοτιμία και τη χειραφέτηση των γυναικών της εργατιάς, των γυναικών της λαϊκής οικογένειας, συμβάλλοντας με όλες της τις δυνάμεις στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης των αγώνων και των θυσιών τους, είτε τα ονόματά τους έχουν διασωθεί είτε όχι. Χρέος μας είναι να μπολιάσουμε το κίνημά μας με τη βαριά κληρονομιά που μας άφησαν, ώστε κι οι δικοί μας σημερινοί αγώνες ν’ αποκτήσουν κάτι από τη λάμψη εκείνων των πρόωρα χαμένων νιάτων, κάτι από την περηφάνια εκείνων των βασανισμένων γηρατειών.

Σήμερα που ο φασισμός, το πιο ακραίο χέρι του καπιταλισμού, μας κυκλώνει και απειλεί, κουνώντας το βρόμικο δάχτυλό του, την κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας, ακόμα και την ίδια μας τη ζωή, οι αγώνες εκείνων των γυναικών, που στάθηκαν ολόρθες απέναντι στους κάθε είδους φασίστες, φωτίζονται από μία αίγλη με διαχρονική ομορφιά. Οι φασίστες, εξάλλου, ό,τι κι αν ισχυρίζονται, δεν έχουν πατρίδα, έχουν μόνο αφεντικά. «Δε δουλώνω, δεν απογράφω!» είχε απαντήσει στους βασανιστές του Μακρονησιού η ογδοντάχρονη κρητικιά ανταρτομάνα Μπλαζάκαινα. Το ίδιο αποφασισμένες να μην παραδοθούμε ούτε σε παραπλανητικές σειρήνες, ούτε σε ωμές απειλές είμαστε κι εμείς.

Τιμή στις Μακρονησιώτισσες και τους Μακρονησιώτες.

Οι σημερινοί και αυριανοί αγώνες μας ας συντροφεύουν τον αιώνιο ύπνο τους. Η δική μας αποφασιστικότητα ας κάνει πράξη τα οράματά τους.

Απόσπασμα από την ομιλία της Ηλέκτρας Ραϊζη, μέλους του Δ.Σ της ΟΓΕ

makronisos2

Βρισκόμαστε πάνω στην οδό Αβύσσου που ο αριθμός της είναι 0.

Μετά τον Δεκέμβρη του ’44 και τη Συμφωνία της Βάρκιζας (12/2/45), εξαπολύθηκε με την καθοδήγηση των Άγγλων, ένας τρομακτικός διωγμός, ένας μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος κατά του ΕΑΜ, με συλλήψεις, φυλακίσεις, εξορίες, βασανισμούς, δολοφονίες κ.α.

Το εαμικό κίνημα όμως δεν υποτάσσεται.

Αντίθετα, ανασυντάσσεται και προβάλλει αντίσταση: μαζική, λαϊκή αυτοάμυνα στην αρχή, συγκρότηση ομάδων καταδιωκόμενων αγωνιστών στη συνέχεια, που τελικά οπλίζονται για τη προστασία της ζωής τους.

Ούτε οι εκτελέσεις που άρχισαν από τον Ιούλη του ’46 έφεραν αποτέλεσμα. Οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης βαδίζουν ψηλομέτωποι στο δρόμο της θυσίας… Έπρεπε λοιπόν να επινοηθεί φόβητρο πιο ισχυρό, να βρεθεί όπλο πιο αποτελεσματικό. Και γεννήθηκε η Μακρόνησος.

Το υπουργείο Στρατιωτικών εγκρίνει την πρόταση για την οργάνωση των στρατοπέδων συγκέντρωσης Μακρονήσου, Γιούρας, Τρίκερι (3/4/47) και οι πρώτοι άοπλοι φαντάροι φτάνουν στη Μακρόνησο στις 25 Μάη 1947.

Ως τότε, οι αριστεροί που στρατεύονται αφοπλίζονται και στέλνονται στα Α, Β, Γ Τάγματα Σκαπανέων, αντίστοιχα με τα 3 Σώματα Στρατού. Ύστερα, όλοι στη Μακρόνησο. Αργότερα, εκτός από στρατιώτες, έστειλαν εκεί κι αξιωματικούς και πολίτες, άντρες και γυναίκες, από τις Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών (Σ.Φ.Α.)

Όλα αυτά στο πρώτο εξάμηνο του 1947 που έχουμε και τα εξής γεγονότα:

Κυβέρνηση συνεργασίας Κέντρου και Δεξιάς κατά του λαϊκού κινήματος. Ερευνητική επιτροπή του ΟΗΕ στην Ελλάδα. Διαδοχή των Άγγλων από τις ΗΠΑ στο ρόλο του επικυρίαρχου. Δόγμα Τρούμαν, Σχέδιο Μάρσαλ κ.α.

Κάθε κορυφή, κάθε πλαγιά και ρεματιά, κάθε βράχος, σε μια περίμετρο 15 μιλίων είναι μάρτυρες μιας αληθινής θηριωδίας.

Οι παραπάνω εξελίξεις διαμόρφωσαν τα κύρια χαρακτηριστικά της Μακρονήσου:

Είναι το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου βασανίστηκαν απάνθρωπα περί τους 100.000 Έλληνες.

Με την καθοδήγηση της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ αναβιώνουν οι βάρβαρες μέθοδοι του φασισμού, αμέσως μετά την καταδίκη τους στη Νυρεμβέργη. Η κόλαση του Δάντη ωχριά από φαντασία και μεθόδους βασανιστηρίων μπροστά σε αυτά που εφάρμοσαν τα ανθρωπόμορφα κτήνη σε βάρος των αγωνιστών, ανδρών και γυναικών, της Εθνικής Αντίστασης ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ και μετέπειτα των μαχητών και μαχητριών του ΔΣΕ.

Οι σχέσεις δουλόπρεπης υποτέλειας της αστικής τάξης προς τους ξένους είχε διαβρώσει τις κορυφές της ελληνικής κοινωνίας. Η προσπάθειά της όμως να εξοντώσει όσους δεν υποτάσσονται προσκρούει στο τείχος των αγωνιστικών παραδόσεων του λαού μας και συντρίβεται μπροστά στη θυσία των κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών, που δίνουν και τη ζωή τους, πιστοί στην ιδεολογία τους, όπως οι Μακρονησιώτες!

Έτσι εξηγούνται γεγονότα.

Οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες της Μακρονήσου δεν ήταν άνθρωποι που στις φλέβες τους κυλούσε κάποιο ιδιαίτερο αίμα, δεν είχαν στο DNA τους κάτι το ιδιαίτερο και ξεχωριστό. Ήταν απλοί, συνηθισμένοι θνητοί και ευάλωτοι στις κακουχίες. Απέδειξαν όμως ότι ο άνθρωπος του λαού διαθέτει απεριόριστες δυνατότητες και δυνάμεις προσφοράς και αυτοθυσίας, όταν το αποφασίζει, όταν πρόκειται για το συμφέρον των εργαζομένων.

Από τη μια μεριά, οι νικητές των ορδών του Χίτλερ και του Μουσολίνι, από την άλλη αυτοί που έσωσαν το λαό από την πείνα και τον εξευτελισμό των δυνάμεων κατοχής και τον οδήγησαν στο δρόμο της λευτεριάς, οι αγωνιστές του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και της ΕΠΟΝ, του ΔΣΕ. Όλοι τους παιδιά και εγγόνια των εργατών και εργατριών του Μάη του ’36, των αγροτών του Κιλελέρ, παιδιά και εγγόνια αγωνιστών που δε δέχονταν να σκύβουν το κεφάλι στην εργοδοτική και κρατική βία και βρέθηκαν κατά χιλιάδες στις εξορίες και τις φυλακές από την Ανάφη ως την Ακροναυπλία.

Όλοι τους παιδιά της ανέχειας, των απίστευτων στερήσεων και ηρωικών προσπαθειών, που ο κάθε χτύπος της καρδιάς τους ήταν ένα ξόδεμα για την προκοπή της πατρίδας, για την προκοπή του λαού, που διεκδικούσαν για τον εαυτό τους, τα αδέλφια τους, τα παιδιά τους, για όλα τα παιδιά, να μπορούν να τρων γλυκό ψωμί και να κάνουν τη χαρά καθημερινό σύντροφο τις ζωής.

Εργάτες-αγρότες στην πλειονότητά τους, πεισμένοι ότι ο λαός μας μπορεί να πάρει τις τύχες στα χέρια του, να απαλλαγεί από ντόπιους και ξένους αφεντάδες και να ζήσει καλύτερες μέρες χωρίς πείνα, δυστυχία και κακομοιριά, χωρίς στρατόπεδα συγκέντρωσης, φυλακές και πολέμους σε μια Ελλάδα δημοκρατική, φιλειρηνική, λαοκρατούμενη…

 

Και μια μαρτυρία Μακρονησιώτη…

IMG 0004«Εγώ» αφηγείται ο ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ «κι ο Γιάννης Παπουτσάκης κυλούσαμε ένα βράχο που μόνο 5 τουλάχιστον άτομα μπορούσαν να τον κυλήσουν. Παρά τις προσπάθειες που κάναμε να τον φέρουμε τρεις τούμπες, πέρασε πάνω από μια ώρα. Τον μετακινήσαμε αλλά το βάρος γυρνούσε πίσω κι ο Χατζημανώλης με τον ανθυπολοχαγό συνέχεια μας χτυπούσαν. Σε κάποια στιγμή έπεσα πάνω στον βράχο και το αίμα που ήρθε στο στόμα έβαψε το βράχο. Ο Παπουτσάκης, βλέποντας το αίμα να τρέχει από το στόμα μου, άρχισε να φωνάζει: ‘Δολοφόνοι! Τον σκοτώσατε!’ Αλαφιάστηκαν. Ήρθαν κοντά κι άλλοι κι έβλεπαν το φριχτό θέαμα. Το βράχο κόκκινο από το αίμα, κι εγώ ριγμένος δίπλα. Σ’ αυτή τη μακάβρια σκηνή επεμβαίνει ο εκπρόσωπος του ‘Νέου Παρθενώνα’ κι άραγε μπορεί να φανταστεί κανείς τι είπε; – ‘Άκουσες ρε Βούλγαρε Παπαδόπουλε; Άντε τώρα, αν μπορείς, να τραγουδήσεις ‘Εμπρός της γης οι κολασμένοι’! Το είπε με μίσος και ειρωνεία. Βλέποντάς με σε αυτή την κατάσταση, πού να φανταζόταν την απάντηση. Σα ναυαγός που πιάνεται από τη σανίδα σωτηρίας αρπάχτηκα κι άρχισα, με όση δύναμη μου έμεινε, να τραγουδώ: ‘ΕΜΠΡΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ ΟΙ ΚΟΛΑΣΜΕΝΟΙ!!!’ και τα λόγια να βγαίνουν μαζί με το αίμα, που έτρεχε ασταμάτητα από το στόμα μου.

            Σα θηρίο ορμάει απάνω μου ο ανθυπολοχαγός και, όπως ήμασταν ριγμένοι κάτω, με πατά με την αρβύλα στο λαιμό. Εγώ όμως ένιωθα μια βαθιά ικανοποίηση. Γιατί την πρώτη μέρα δοκιμής πήρε μια καλή απάντηση».